Τι εννοούσε ο Ερντογάν αναφερόμενος στην κάποτε τουρκικής κατοχής Θεσσαλονίκη, ότι θα έλθει να μας την πάρει; Υποθέτω πως όχι, η ματιά του δεν στρέφεται στην Ελλάδα.
Στρέφεται στο εσωτερικό της χώρας του και τον αραβικό κόσμο. Μ’ άλλα λόγια χτίζει το δόγμα του νεο-οθωμανισμού πασπαλισμένο με μπόλικη νοσταλγία από το πάλαι ποτέ «λαμπρό οθωμανικό παρελθόν» για να τονώσει κατ΄αρχάς την εθνική υπερηφάνεια των συμπολιτών του -ενόψει δημοτικών εκλογών μάλιστα μέσα στο ’24- αλλά και για να προβάλει την εικόνα ενός πανισλαμικού ηγέτη στη σύγχρονη εποχή.
Άλλωστε όλα ξεκινούν με φόντο τη Γάζα. Ο κ. Ερντογάν υιοθετεί φουλ μια νέα μορφή αντιεποικιακής πολιτικής: «Η Ευρώπη μας παίζει, ο Νετανιάχου μας σκοτώνει, η Δύση μας περιφρονεί και μας εκμεταλλεύεται σε κάθε ευκαιρία επιθετικά και ανενδοίαστα». Κάπως έτσι κατέληξε στη διαπίστωση ότι η Χαμάς είναι απελευθερωτικό κίνημα!
Κατά κάποιο τρόπο είναι μια πιο ηχηρή επανάληψη του 2010, όταν ο στολίσκος της Γάζας προσπάθησε να σπάσει τον αποκλεισμό, οι Ισραηλινοί αντέδρασαν και χάθηκαν ανθρώπινες ζωές. Αμέσως μετά, ο Τούρκος ηγέτης, σε μια πρώτη πρόβα διεθνούς ηγετικού προφίλ, είχε γυρίσει επιδεικτικά την πλάτη στον τότε Ισραηλινό πρόεδρο Σιμόν Πέρες και είχε αποχωρίσει από το Νταβός. Το ίδιο αφήγημα ξαναγεννιέται σαφώς ενισχυμένο στις ημέρες μας: «Σκοτώνετε μουσουλμάνους». Ήταν ακριβώς η χρονική στιγμή που επέλεξε να εγκαταλείψει την εικόνα του μεταρρυθμιστή φιλοδυτικού ηγέτη.
Τώρα, όμως, ξαναπιάνει το νήμα με διπλή στόχευση. Να ξανακερδίσει, την επόμενη χρονιά, τους δήμους σε Κωνσταντινούπολη και Άγκυρα αλλά και να ενισχύσει την εικόνα ενός ηγέτη με στοιχεία παγκοσμιότητας που άρχισε επιμελώς να φιλοτεχνεί με αφορμή το Ουκρανικό. Ωραία, ας πούμε ότι καταλάβαμε πού το πάει ο Ταγίπ Ερντογάν. Το κρίσιμο ερώτημα για εμάς είναι, κατά πόσο όλα αυτά μπορεί να επηρεάσουν τα ελληνοτουρκικά και προς ποια κατεύθυνση.
Η αξιολόγηση της κυβέρνησης κινείται στη θετική σφαίρα, εκτιμά δηλαδή ότι η Τουρκία έχοντας εμφανώς εκνευρίσει τις ΗΠΑ, τη Δύση γενικότερα, δεν έχει συμφέρον να ανοίξει ένα επιπλέον μέτωπο. Ας το συζητήσουμε, λοιπόν, ξεκινώντας από το γεγονός ότι έχει καταρρεύσει ένα ισχυρό γεωπολιτικό αφήγημα που μας πήγε δυνατά μπροστά για πολλά χρόνια. Το αφήγημα περί Νοτοιανατολικής Μεσογείου. Οι βασικοί μας συμπαίχτες στην περιοχή έχουν άλλες σκοτούρες και κυρίως το Ισραήλ που κινδυνεύει εν τέλει να εγκλωβιστεί σε μια τεράστια πολιτική, στρατιωτική και οικονομική δίνη. Δεν είμαι σίγουρη ότι αυτό πρέπει να μας λυπεί ιδιαιτέρως γιατί το concept υιοθετήθηκε και υπηρετήθηκε μεθοδικά την περίοδο της βαριάς οικονομικής κρίσης και σε περιβάλλον άνθισης έντονου αντιευρωπαϊσμού. Τότε, ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Αντώνης Σαμαράς στη συνέχεια πόνταραν στο άνοιγμα προς Ισραήλ και Αίγυπτο, θεωρώντας ότι οικοδομούνται συμμαχίες που απομονώνουν την Τουρκία και που αν μας κάτσουν οι υδρογονάνθρακες τα κονομήσαμε!
Επανερχόμαστε στο σήμερα. Γενικότερα ο Ταγίπ Ερντογάν, μετά τους σεισμούς επέλεξε να ρίξει τους τόνους, αυτό αποτυπώνεται μεταξύ άλλων και στην ελαχιστοποίηση των παραβιάσεων του FIR Αθηνών από στρατιωτικά τουρκικά αεροσκάφη. Οι κορώνες δεν εξέλιπαν. Όπως επίσης δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας το γεγονός ότι στην πρόσφατη τουρκική άσκηση στο Βόρειο Αιγαίο, η Ζουράφα (ελληνική βραχονησίδα) περιλαμβανόταν στους χάρτες προσομοίωσης, επομένως παρουσιαζόταν ως τμήμα του τουρκικού εδάφους.
Σε ό,τι αφορά στο χρονοδιάγραμμα των ασκήσεων στην σκακιέρα της ελληνοτουρκικής προσέγγισης. Όλα δείχνουν ότι συζήτηση της επόμενης εβδομάδας για τα ΜΟΕ θα κινηθεί σε χαμηλό επίπεδο, όπως επίσης και ο πολιτικός διάλογος της υφυπουργού Εξωτερικών Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου με τον Τούρκο ομόλογό της. Το παιχνίδι επομένως θα παιχτεί στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας στις 7 Δεκεμβρίου. Το πρώτο μετά το πραξικόπημα στην Τουρκία που προκάλεσε περίπου κατάρρευση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Θα συζητηθεί, άραγε, μόνο το μεταναστευτικό όπως προβλέπει η ατζέντα ή και κάτι παραπάνω; Στο παρελθόν υπήρξαν περίοδοι χαμηλής έντασης ανάμεσα στις δύο χώρες (για παράδειγμα Βέρνη, Νταβός) που διήρκεσαν αρκετά χρόνια.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, λοιπόν, χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο από ένα ήρεμο καλοκαίρι, χρειαζόμαστε μεσομακροπρόθεσμο πλαίσιο ηρεμίας με τη γείτονα χώρα.